Στο άκουσμα μιας ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας είδησης – τομής στα εκπαιδευτικά πράγματα, για την έναρξη εφαρμογής του Ψηφιακού Σχολείου, όπως ανακοινώθηκε προ ολίγων εβδομάδων, αυθόρμητα, σχεδόν ασυναίσθητα, γύρισα πίσω στο μακρινό 2002 όταν υπηρετώντας τον πολύ σημαντικό ρόλο του Διευθύνοντος Συμβούλου του Οργανισμού Σχολικών Κτηρίων, τον οποίο μου είχε εμπιστευτεί η Πολιτεία, θέλησα να βάλω στην ατζέντα της εκπαιδευτικής μας πολιτικής το «Ανοιχτό Σχολείο».
Μόλις προ ολίγων μηνών είχαμε βγει από την πρωτοφανή, για την Αττική, περιπέτεια του μεγάλου σεισμού της 7ης Σεπτεμβρίου 1999, που επέβαλε την επείγουσα, εντός δυο εβδομάδων, υλοποίηση ελέγχων σε 1550 σχολεία περίπου, με 377 κτήρια ακατάλληλα για λειτουργία και με την υποχρέωση να βάλουμε τα παιδιά στο σχολείο, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1999 και να ολοκληρώσουμε ένα τεράστιο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα αποκατάστασης ομαλής σχολικής ζωής στην Αττική μέσα σε 2,5 μόλις χρόνια, όπως και έγινε.
Ήταν τότε, που ως εθνικός εκπρόσωπος στο Programme on Educational Building (PEB) του ΟΟΣΑ, άκουσα για πρώτη φορά τους όρους «Community School», «Multipurpose School», «Open School» έννοιες ταυτόσημες και ταυτισμένες με νέους εκπαιδευτικούς προορισμούς και μεγάλες τομές που επιχειρούσε ο προηγμένος κόσμος μιλώντας για «Eco School», εξοικονόμηση ενέργειας στα σχολεία, κλπ.
Είναι η εποχή όπου ο ΟΟΣΑ προβλέποντας τις εξελίξεις της ψηφιακής μετάβασης στην εκπαίδευση, αναφερόμενος σε τρία σενάρια προορισμού του σχολικού κτηρίου στο μέλλοντα χρόνο, απέδιδε τη διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης (σενάριο I Status Quo) σε πολιτική δειλία των ηγεσιών και σε αδράνεια και αδυναμία του εκπαιδευτικού κινήματος και όλων των συντελεστών και της πολιτικής, να υπηρετήσουν τις μεγάλες αλλαγές στην εκπαίδευση, δημιουργώντας οι ίδιοι τις συνθήκες μιας αναγκαίας και αρμονικής μετάβασης στην ψηφιακή εποχή. Απευχόταν την έλευση του σεναρίου II “De-Schooling” δηλαδή τον «θάνατο του σχολείου», το οποίο είχε αρχίσει πιλοτικά να εμφανίζεται στην California όπου το κοινωνικό δικαίωμα για εκπαίδευση σε σχολικό χώρο-κτήριο είχε αντικατασταθεί μερικώς από ατομική – φροντιστηριακή εκπαιδευτική λειτουργία στο σπίτι, με χρηματοδότηση του δασκάλου από το κράτος, υπό μορφή κοινωνικού επιδόματος προς την οικογένεια. Και υποστήριζε δυναμικά την επικράτηση του 3ου σεναρίου, του “Re-Schooling”, ζητώντας από τις Κυβερνήσεις και την εκπαιδευτική κοινότητα να προβούν σε κάθε αναγκαία ενέργεια που θα οδηγούσε στην αναβίωση του σχολικού χώρου και την προσαρμογή του στην ψηφιακή εποχή που ερχόταν…
Έτσι άρχισε να ξεφυτρώνει δυναμικά στις χώρες της πρωτοπορίας μια νέα εκπαιδευτική πολιτική, όπου τα χειροτεχνικά μαθήματα, η γυμναστική, το θέατρο, τα ομαδικά παιχνίδια, καθετί που επέβαλε τη συνύπαρξη πολλών μαθητών, έμπαινε πλέον επιθετικά και οργανικά στο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα ως αντίδοτο στο μοναχικό δρόμο των νέων τεχνολογιών.
Είναι η εποχή όπου ο προηγμένος κόσμος θέτει για πρώτη φορά ως προτεραιότητα το σχολικό κτήριο μέσα από ελάχιστες κτηριολογικές προσαρμογές και ανακατατάξεις, παράλληλα με τον εκπαιδευτικό του προορισμό να μετασχηματιστεί σε κέντρο πολιτισμού και τέχνης, κέντρο συναθροίσεων και πολλαπλών κοινωνικών δραστηριοτήτων αλλά και της διασκέδασης (γιατί όχι;), κέντρο της γειτονιάς για όλες τις ηλικίες. Ήταν η λύση, η απάντηση στην αποδόμηση του σχολικού χώρου, στο σενάριο «De-Schooling». Αντίδοτο στον μοναχικό δρόμο του τάμπλετ και του κινητού που ακολούθησε, δυσχεραίνοντας την κοινωνική ενηλικίωση του νέου ανθρώπου με τις συνέπειες που αυτό δημιουργεί στην πολιτική του συνειδητοποίηση και ακολούθως στη δημοκρατική διαχείριση των υποθέσεων των μεγάλων και των κρατών.
Με αυτές τις εμπειρίες, ένα πλούσιο, ισχυρό και αξιόπιστο portfolio γνώσεων και αξιοποιώντας τα σπουδαία συμπεράσματα που κατεγράφησαν στο Διεθνές Συνέδριο του ΟΟΣΑ που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 26.02.2004 υπό την ευθύνη του ΟΣΚ (τότε), καταγράφοντας προτάσεις, ιδέες και διεθνείς πρακτικές από εμπνευσμένους αρχιτέκτονες και παιδαγωγούς, Έλληνες και ξένους, επιβεβαιώσαμε την ανάγκη να υλοποιήσουμε το πρώτο φιλόδοξο πρόγραμμα κατασκευής Ανοιχτού Σχολείου στην Ελλάδα που είχε ήδη καταρτιστεί. Οδηγός μας οι προδιαγραφές και κατευθύνσεις που είχαν διατυπωθεί από μια ομάδα 20 σπουδαίων Αρχιτεκτόνων από τα Ελληνικά Πολυτεχνεία και την αγορά, που είχαν κληθεί να εργαστούν αφιλοκερδώς και το έπραξαν για λογαριασμό του Οργανισμού Σχολικών Κτηρίων και του Υπουργείου Παιδείας.
Όμως όλη αυτή η μεγάλη επανάσταση εκπαιδευτικής δημιουργίας, αντί να προκαλέσει την αυτονόητη συνοδοιπορία όλων των μερών της εκπαιδευτικής κοινότητας, αντιθέτως δημιούργησε τις γνωστές, κομματικές και διακομματικές αστήρικτες και ανιστόρητες ενστάσεις και απορρίψεις. Επειδή ήταν του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (τότε).
Ακόμα και σήμερα νιώθω θλίψη και απογοήτευση από την απόφαση της Κυβέρνησης που ακολούθησε την πτώση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 2004, να ακυρώσει τους διαγωνισμούς που είχαν προκηρυχθεί για το 51ο Γυμνάσιο – Λύκειο, «Ανοιχτό Σχολείο» του Αλεξάνδρου Τομπάζη στο Μεταξουργείο, ένα βιοκλιματικό κτήριο που είχε σχεδιαστεί ως Κοινοτικό Κέντρο με θερινό σινεμά και άλλες πολλαπλές χρήσεις, το 50ο Λύκειο & 61ο Νηπιαγωγείο Αθηνών (Σεπόλια), το 6ο ΕΠΑ.Λ στους Αμπελόκηπους (Ξένιας και Έβρου) που διέθετε πλειάδα χώρων τέχνης (gallery), άθλησης, βιβλιοθηκών, πολιτισμού, Internet Cafe και υπόγειων χώρων στάθμευσης για τη γειτονιά και το 31ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών (Άγιος Νικόλαος Πατησίων).
Έχοντας όλη αυτή τη δραματική εμπειρία, η είδηση του Υπουργού Κυριάκου Πιερρακάκη με γέμισε ελπίδα. Ότι εκείνος ο σπόρος που νομοθετήθηκε επί Υπουργίας Πέτρου Ευθυμίου (άρθ. 8 παρ.19 εδαφ. β25, Ν.3194/2003), τώρα θα κλείσει τον κύκλο του. Ότι ο κ. Πιερρακάκης μπορεί να ξεκινήσει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα μετατροπής των σχολικών μονάδων της χώρας σε ανοικτά σχολεία – κοινοτικά κέντρα, υλοποιώντας ένα φιλόδοξο σχέδιο «all under one roof» (όλα κάτω από μια στέγη). Για να εδραιώσει την πολυχρηστικότητα του σχολικού κτηρίου που ενώ κοστίζει κοντά στα 5 εκατομμύρια €, διατηρούμε ακέραια την «παράδοση» να κλείνει μαραζωμένο μετά από 8 ώρες λειτουργίας, στερώντας από την κοινότητα έναν ιδιαίτερα σημαντικό και πλούσιο κοινωνικό ρόλο.
Όχι μόνο για να απαντήσει στις προκλήσεις του μοναχισμού που γεννάει η νέα τεχνολογία αλλά και για να προλάβει την καταστροφή των μελλοντικών ερειπίων – σχολικών κτηρίων που ενώ είναι ιδανικά κέντρα γειτονιάς και από γεωγραφική άποψη, σιγά-σιγά θα ερημώνουν και θα καταρρέουν ως κοινωνικό βάρος στην Αυτοδιοίκηση (αλήθεια που είναι; έχει πάρει πρέφα;), τιμωρία της χώρας που δεν φρόντισε να ανατάξει το δημογραφικό της και μέχρι το 2050, το 1/3 των σχολικών κτιρίων (πάνω από 5.000 κτήρια δηλαδή) θα είναι άδεια κουφάρια.
Ελπίζω ότι αυτή τη φορά δεν θα κυριαρχήσουν τα κριτήρια του κομματικού φακού στην αξιολόγηση μιας σημαντικής και εξαιρετικά χρήσιμης καινοτομικής ιδέας.
Το άρθρο φιλοξενήθηκε στο EPIXEIRO.GR